O Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος (ΔΕΚΠ) παρακολουθεί τον βαθμό εφαρμογής του προεκλογικού προγράμματος της κυβέρνησης, επιχειρώντας να μετρήσει σε ποιο βαθμό η κυβέρνηση εφαρμόζει τις πολιτικές για τις οποίες έλαβε δημοκρατική εντολή στην εκλογική διαδικασία.
Πώς υπολογίζεται ο Δείκτης
O Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος (ΔΕΚΠ) υπολογίζεται από το άθροισμα των δεσμεύσεων που έχουν εφαρμοστεί μερικώς και πλήρως προς το σύνολο των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί και εκφράζεται ως ποσοστό.
Τα δεδομένα του Δείκτη
Κωδικοποίηση δεσμεύσεων
Σε πρώτο στάδιο οι δεσμεύσεις που εμπεριέχονται στο πολιτικό / προεκλογικό πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματοςσυγκεντρώνονται και κωδικοποιούνται βάσει του τομέα πολιτικής (και των αντίστοιχων υποκατηγοριών) που ανήκουν.
Δεσμεύσεις αποτελούν φράσεις του προγράμματος οι οποίες αναφέρουν πως, εφόσον το κόμμα εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, η νέα κυβέρνηση θα αναλάβει συγκεκριμένη δράση / ρύθμιση. Για παράδειγμα η φράση: «Μείωση του φόρου νομικών προσώπων στο 20% εντός τετραετίας» αποτελεί μία δέσμευση του κόμματος.
Δεσμεύσεις δεν αποτελούν φράσεις με γενικές αρχές ή προθέσεις. Για παράδειγμα η φράση: «Δικαιότερη φορολογική μεταχείριση της μεσαίας τάξης» δεν αποτελεί δέσμευση καθώς δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένες δράσεις.
Αξιολόγηση ελεγξιμότητας
Στην συνέχεια, όλες οι δεσμεύσεις αξιολογούνται σχετικά με την ελεγξιμότητα τους. Το αποκαλούμενο testability criterion είναι ο πιο διαδεδομένος τρόπος ελεγξιμότητας των δεσμεύσεων ώστε να μειωθεί η υποκειμενική ερμηνεία της εφαρμογής τους. Μία δέσμευση αξιολογείται ως προς το αν είναι ελέγξιμη (testability criterion), δηλαδή αν υπάρχει ένας αντικειμενικός τρόπος να εκτιμηθεί αν έχει πραγματοποιηθεί ή όχι.
Ελέγξιμη δέσμευση: “Εlection promises as commitments about the future that are found in election manifestos and that satisfy the condition that ‘an objective estimation can be made as to whether or not the action was indeed taken or the outcome produced’”
Μη ελέγξιμη δέσμευση: “Deliberately opaque in their communication. ambiguity and vagueness”.
Παράδειγμα ελέγξιμης δέσμευσης αποτελεί η φράση: «Εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές» καθώς σε αυτή την περίπτωση είτε τα εισοδήματα από διαφορετικές πηγές φορολογούνται ενιαία με ίδιο συντελεστή, είτε δεν φορολογούνται ενιαία- συνεπώς δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγηση κάποιο στοιχείο υποκειμενικότητας.
Παράδειγμα μη ελέγξιμης δέσμευσης αποτελεί η φράση: «Μία σειρά από άμεσες ειδικότερες παρεμβάσεις με στόχο τη δικαιότερη, παραγωγικότερη και αναπτυξιακά φιλικότερη κατανομή των φορολογικών βαρών σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις». Η φράση αυτή αναφέρεται σε αρχές του φορολογικού συστήματος και εμπεριέχει αφηρημένες έννοιες, όπως η λέξη «δικαιότερη», η οποία ούτε προσδιορίζεται, ούτε μπορεί να ελεγχθεί. Το τι είναι δίκαιο είναι ανοιχτό σε ερμηνεία.
Ακόμη, είναι χρήσιμο να σημειωθεί πως επειδή πολλές φορές ορισμένες προτάσεις πολιτικής μπορεί να επαναλαμβάνονται σε άλλους τομείς με παρόμοιο τρόπο, εφαρμόζουμε τα κάτωθι κριτήρια:
Οι προτάσεις πολιτικής κωδικοποιούνται μία φορά στο βασικό πεδίο πολιτικής.
Οι προτάσεις πολιτικής κωδικοποιούνται βάσει της πιο σαφούς διατύπωσης που εμφανίζεται.
Τέλος, ορισμένες προτάσεις πολιτικής αναφέρονται σε στόχους, άρα σε μετρήσιμα δεδομένα για τα οποία ελέγχεται αν έχουν επιτευχθεί ή όχι. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο στόχος για «αύξηση των ελληνικών εξαγωγών στο 50,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος μέχρι το 2030». Η δέσμευση αυτή βάσει διεθνών και επίσημων εθνικών στοιχείων είναι εφικτό να ελεγχθεί.
Εν συντομία: Για να απαντηθεί το αν μια δέσμευση είναι ελέγξιμη, αξιολογείται αν το περιεχόμενο της είναι διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εφικτό να κριθεί αντικειμενικά το αν έχει εφαρμοσθεί ή όχι. Πρέπει συνεπώς να είναι σαφής και να μην περιέχει αόριστες αναφορές όπως «αναδιοργανώνουμε», «προωθούμε», «επέκταση», «αναβάθμιση» «επιτάχυνση», «εξορθολογισμός», «ενισχύουμε» κ.α. ή γενικές τάσεις όπως «αύξηση» ή «μείωση» (πχ. μισθών) χωρίς συγκεκριμένη στοχοθεσία (σε απόλυτες τιμές, ποσοστιαία κλπ.).
Αξιολόγηση της εφαρμογής των δεσμεύσεων
Κάθε δέσμευση που πληροί το κριτήριο της ελεγξιμότητας αξιολογείται ως προς το αν έχει εφαρμοστεί. Η δέσμευση θα πρέπει να έχει νομοθετηθεί και να ισχύει (δηλαδή να έχει εκδοθεί και η τυχόν σχετική δευτερεύουσα νομοθεσία όπως Υπουργικές Αποφάσεις) και δεν αρκεί να έχει ανακοινωθεί ή προγραμματιστεί. Υπάρχουν 3 κωδικοποιήσεις ως προς την εκπλήρωση της δέσμευσης:
Εφαρμοσμένη : «A promise is fulfilled if there is an action or outcome that corresponds to the action or outcome expected from the promise».
Μερικώς Εφαρμοσμένη: «Partially fulfilled election promises are those where the party made obvious efforts or achieved obvious outcomes, but where it did not fully succeed…partial fulfilment is applied:
Late fulfilment within the election period: promises that are decided upon after a specified date, but still within the election period, are defined as partially fulfilled. The promise of the Alliance for Sweden to introduce a cost ceiling for dental care costs by 1 July 2007 is coded as partially fulfilled, since the proposition was accepted by the Riksdag on 2 April 2008 – one year after the target date, but still within the election term.
Obvious changes along the lines of promise that do not ‘go all the way’: in some outcome promises, a party mentions specific numbers, levels or amounts that should be reached. The approach here is that all these promises should be judged individually and coded according to reasonable, transparent arguments. It is worth noting that such promises are relatively rare: 16 out of the 445 promises investigated in this study are defined as outcome promises and of these only two demanded further discussion.
Fulfilment that is similar to what was promised, but not precisely the same: election promises may be carried out almost as promised but not exactly. For example, the government sometimes comes up with slightly different technical solutions for social benefits than those described in their manifesto. If the general idea of the promise is respected, even though policy does not exactly follow the design laid out in the promises, the promise is coded as partially fulfilled.
Μη εφαρμοσμένη : «A promise to act is unfulfilled if no significant action has taken place. The notion of ‘significant action’ is used to illustrate that symbolic or minor action is not considered enough for fulfilment. Symbolic or minor action can consist of government investigations (‘utredningar’), and statements of intent by the government (sometimes called ‘skrivelser’). ‘Minor action’ can also be pilot projects that are not followed up by permanent policies.».
Συνοπτικά, η κωδικοποίηση ως προς την εφαρμογή έχει ως εξής:
o Εφαρμοσμένη: Όταν η δέσμευση έχει υλοποιηθεί, δηλαδή έχει νομοθετηθεί και εφαρμόζεται ή έχει παραδοθεί ένα δημόσιο έργο προς λειτουργία και χρήση από το κοινό ή ένας οργανισμός έχει θεσμοθετηθεί και λειτουργεί.
o Μερικώς εφαρμοσμένη
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τον χρόνο: Πχ η δέσμευση να λέει «κατάργηση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% στον πρώτο χρόνο» και να καταργηθεί με καθυστέρηση. .
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τα επιμέρους σημεία: Πχ η δέσμευση να αναφέρει «μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% στον πρώτο χρόνο και μεταφορά της είσπραξης στους δήμους» και να γίνει η μείωση αλλά όχι η μεταφορά.
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τον τρόπο ή τα μέσα: Πχ η δέσμευση να λέει «ενοποίηση όλων των επιδομάτων σε μία ψηφιακή κάρτα» και να γίνει η ενοποίηση αλλά μόνο του ΟΠΕΚΑ.
o Μη εφαρμοσμένη: Όταν δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία ενέργεια για την εφαρμογή της δέσμευσης, ή αυτή βρίσκεται υπό υλοποίηση, ή έχει ανακοινωθεί και προγραμματιστεί αλλά δεν εφαρμόζεται, ή δεν έχει παραδοθεί στο κοινό προς χρήση.
Ο έλεγχος αξιοπιστίας της κωδικοποίησης
Κάθε προσπάθεια κωδικοποίησης κειμένου σε κατηγορίες (όπως ελέγξιμες/μη ελέγξιμες και εφαρμοσμένες/μη εφαρμοσμένες δεσμεύσεις) που βασίζεται σε συγκεκριμένους κανόνες κωδικοποίησης ενέχει ορισμένους μεθοδολογικούς περιορισμούς. Η απόφαση για το αν μια δέσμευση ανήκει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία ή σε κάποια άλλη (ή ενδεχομένως σε μια τρίτη) εξαρτάται, εν μέρει, από την ερμηνευτική κρίση του εκάστοτε κωδικοποιητή. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακρίβεια και η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της κωδικοποίησης, είναι απαραίτητη η διεξαγωγή ανάλυσης αξιοπιστίας μεταξύ των κωδικοποιητών (inter-coder reliability).
Η ανάλυση αξιοπιστίας μεταξύ των κωδικοποιητών εξετάζει τον βαθμό συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων κωδικοποιητών, οι οποίοι εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες κωδικοποίησης στο ίδιο σύνολο δεδομένων. Αυτή η διαδικασία είναι κρίσιμη, καθώς διασφαλίζει ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης δεν επηρεάζονται από την υποκειμενικότητα ή τις προσωπικές ερμηνείες των μεμονωμένων κωδικοποιητών, αλλά αποτυπώνουν μια σταθερή και αντικειμενική μέτρηση. Ο δείκτης αξιοπιστίας, όπως ο συντελεστής Cohen’s Kappa, χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της συμφωνίας μεταξύ των κωδικοποιητών, με υψηλότερες τιμές να υποδηλώνουν μεγαλύτερη ομοφωνία και, συνεπώς, μεγαλύτερη αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της κωδικοποίησης.
Για την κωδικοποίηση των δεσμεύσεων αυτών, αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της ελέγξιμότητας και της εφαρμογής των δεσμεύσεων από τους/τις ανεξάρτητους/ες ερευνητές/τριες, ελέγχεται η σχετική αξιοπιστία (reliability) της αξιολόγησης.
Ο συνεχής έλεγχος και οι προτάσεις από εξωτερικούς φορείς
Από τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων και έπειτα, η ερευνητική ομάδα ενεργεί με τον ίδιο τρόπο για τον έλεγχο κάθε πρότασης πολιτικής και στη συνέχεια επικαιροποιεί την κατάσταση αξιολόγησης κάθε πρότασης πολιτικής αναλόγως.
Η ερευνητική ομάδα ενθαρρύνει πολίτες, φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα, κόμματα και οργανώσεις και λοιπούς φορείς να αποστείλουν τα σχόλιά τους σχετικά με τον έλεγχο και την αξιολόγηση των προτάσεων πολιτικής. Όλα τα σχόλια θα μελετηθούν και στις περιπτώσεις που προκύψουν νέα στοιχεία ή στοιχεία που είχαν διαφύγει του ελέγχου, η αξιολόγηση θα προσαρμόζεται αναλόγως. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως το έργο είναι εν εξελίξει και η ερευνητική ομάδα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να ελέγχει συνεχώς τον τεράστιο όγκο της νομοθετικής ύλης και να συγκεντρώνει νέα στοιχεία ελέγχου για κάθε πρόταση.
Συνοδευτικές εκθέσεις: ανάλυση συνεπειών ρύθμισης, ειδική έκθεση, αιτιολογική έκθεση, έκθεση διαβούλευσης. Επίσημες ιστοσελίδες / αρχεία του κράτους: πληροφορίες στα υπουργεία, εκθέσεις, δεδομένα, ανακοινώσεις Υπουργείων και φορέων της κυβέρνησης, εθνικές στρατηγικές.
Ανακοινώσεις φορέων του κράτους: ΟΤΑ, Ανεξάρτητες αρχές, ΕΛΣΤΑΤ.
Επικουρικές πηγές ελέγχου:
Άρθρα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
Εκθέσεις και δεδομένα εγχώριων και διεθνών οργανισμών: ΟΟΣΑ, Eurostat, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Βασική σχετική βιβλιογραφία
Ο Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος αποτελεί μέρος έρευνας διδακτορικής διατριβής που εκπονείται στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας από τον υποψήφιο διδάκτορα Κωνσταντίνο Σαραβάκο, υπό την επίβλεψη του αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Συμπεριφοράς και Μεθοδολογίας Πολιτικής Έρευνας Γιάννη Κωνσταντινίδη.
Τα βασικά μεθοδολογικά εργαλεία της ανάλυσης προέρχονται από μελέτες που αφορούν την μέτρηση της εφαρμογής των πολιτικών δεσμεύσεων από τα κόμματα στις σύγχρονες δημοκρατίες. Η βασική μεθοδολογική προσέγγιση είναι η «pledge enactment method»
Για περισσότερα, βλέπε ενδεικτικά:
Louwerse, T. (2011). The spatial approach to the party mandate. Parliamentary Affairs, 64(3), 425-47.
Naurin, E. (2014) Is a Promise a Promise? Election Pledge Fulfilment in Comparative Perspective Using Sweden as an Example, West European Politics, 37:5, 1046-1064, DOI: 10.1080/01402382.2013.863518.
Pétry, F., & Collette, B. (2009). Measuring How Political Parties Keep Their Promises: A Positive Perspective from Political Science. Στο L. M. Imbeau (Επιμ.), Do They Walk Like They Talk? Speech and Action in Policy Processes (σσ. 65-80). New York: Springer Dordrecht Heidelberg London New York.
Thomson, R., Royed, T., & Naurin, E. (2010). The program-to-policy linkage: a comparative study of election pledges and government policies in the United States, the United Kingdom, the Netherlands and Ireland. Paper presented at the annual meeting of the APSA, Washington, D.C., 2-5 Sept.
Ερευνητική ομάδα
Κωνσταντίνος Σαραβάκος, Επικεφαλής Ερευνητής
Ο Κωνσταντίνος Σαραβάκος είναι Επικεφαλής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών και Υποψήφιος Διδάκτωρ του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την ρυθμιστική πολιτική, την πολιτική οικονομία (φτώχεια, ανισότητα και ευημερία) και τα πολιτικά κόμματα (δημοκρατία, λαϊκισμός και πολιτική συμπεριφορά).
Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στην Πολιτική Επιστήμη και την Κοινωνιολογία (με άριστα) από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και κάτοχος μεταπτυχιακού στα Εφαρμοσμένα Οικονομικά και την Διοίκηση από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι πτυχιούχος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης και μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.
Είναι ακόμη ειδικός εμπειρογνώμονας και αξιολογητής στο πρόγραμμα Varieties of Democracy (V-Dem) του Πανεπιστημίου του Gothenburg και στο πρόγραμμα Rule of Law Index του World Justice Project, και επισκέπτης ερευνητής στο European Policy Information Center (EPICENTER,) ένα ανεξάρτητο δίκτυο εννέα δεξαμενών σκέψης από όλη την Ευρώπη με έδρα τις Βρυξέλλες.
Γιάννης Κωνσταντινίδης, Επικεφαλής Ερευνητής
Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με ειδίκευση σε θέματα Πολιτικής Συμπεριφοράς και Μεθοδολογίας Πολιτικής Έρευνας. Έχει σπουδάσει Εφαρμοσμένη Πληροφορική, Ποσοτικές Μεθόδους και Πολιτική Επιστήμη στην Ελλάδα και στη Βρετανία.
Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Επιλέγοντας: η κοινή γνώμη και τα κόμματα στην Ελλάδα και στον κόσμο, 2015-2017», έχει επιμεληθεί την έκδοση δύο συλλογικών τόμων και τεσσάρων μεταφράσεων ακαδημαϊκών συγγραμμάτων του αντικειμένου του στην ελληνική γλώσσα. Έχει επίσης συγγράψει πάνω από 30 άρθρα ή κεφάλαια βιβλίων σε διεθνή ή ελληνικά επιστημονικά περιοδικά και εκδόσεις. Πρόσφατα, κυκλοφόρησε την πρώτη συλλογή διηγημάτων του με αφορμή την εκλογική ανάλυση, με τον τίτλο «Μόλις Αποφάσισα». Έχει συντονίσει ένα τριετούς διάρκειας και συγχρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση επιστημονικό έργο δι-ιδρυματικού χαρακτήρα με θέμα τη μέτρηση του πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού στην Ελλάδα. Είναι ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Μελέτης των Εκλογών, της Κοινής Γνώμης και των Κομμάτων της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης.
Από το 2012 δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στον κλάδο των δημοσκοπήσεων, αρχικά ως Διευθυντής της Μονάδας Ερευνών Κοινής Γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και στη συνέχεια, μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και ως το τέλος του 2018, ως Επιστημονικός Διευθυντής της εταιρείας Prorata. Κατά την προεκλογική περίοδο του 2019 ανέλαβε τη θέση του συμβούλου επικοινωνίας του επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρου Θεοδωράκη. Από το 2015, αρθρογραφεί τακτικά σε εφημερίδες και ειδησεογραφικά sites, ενώ από το 2022 εργάζεται ως πολιτικός αναλυτής στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha.
Ίων Βαλλιάνος, Βοηθός Ερευνητή
O Ίων Βαλλιάνος γεννήθηκε το 1994 στην Αθήνα. Είναι Ερευνητής και Υπεύθυνος Λειτουργικών Διαδικασιών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης. Αποφοίτησε από τα Σχολεία Αμερικανικής Παροικίας της Αθήνας μέσω του διεθνούς προγράμματος I.B. και στη συνέχεια επεδίωξε το πτυχίο του στο Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου σπούδασε Ιστορία και Πολιτική (BA Hons). Έπειτα έκανε το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ στην Ολλανδία στο πεδίο των διεθνών σχέσεων με έμφαση στην Ε.Ε. (MSc European Union in a Global Order). Πλέον είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η διδακτορική του έρευνα αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση και την εξωτερική διάσταση των πολιτικών της. Πιο συγκεκριμένα, εστιάζει στις διεθνείς προεκτάσεις και την βιωσιμότητα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ), ενώ εντάσσεται στο πλαίσιο της Έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία. Από τον Φεβρουάριο του 2021 είναι βοηθός Ερευνητής στο Εργαστήριο Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής του ιδίου πανεπιστημίου, όπου συμμετέχει σε ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα. Συμμετείχε στο πρόγραμμα πρακτικής άσκησης του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, όπου ανέλαβε ερευνητικά καθήκοντα και από τον Σεπτέμβριο του 2023 έχει ενταχθεί στην ομάδα του ως Υπεύθυνος Λειτουργικών Διαδικασιών.
Τι είναι ο Δείκτης Εφαρμογής του Προεκλογικού Προγράμματος (ΔΕΠΠ);
O Δείκτης Εφαρμογής του Προεκλογικού Προγράμματος (ΔΕΠΠ) παρακολουθεί τον βαθμό εφαρμογής του προεκλογικού προγράμματος της κυβέρνησης, επιχειρώντας να μετρήσει σε ποιο βαθμό η κυβέρνηση εφαρμόζει τις πολιτικές για τις οποίες έλαβε δημοκρατική εντολή στην εκλογική διαδικασία.
Σκοπός του ΔΕΠΠ είναι να παράγει αξιόπιστες και διαφανείς πληροφορίες για τους πολίτες και τους δημοσιογράφους καθώς και δεδομένα για επιστημονική έρευνα. Για να το πετύχει αυτό, εξάγει τις προεκλογικές δεσμεύσεις από τα προγράμματα του κυβερνώντος κόμματος, προκειμένου να παρακολουθήσει την υλοποίηση η μη υλοποίησή τους κατά τη διάρκεια της εκάστοτε θητείας, με επιστημονικό, συστηματικό και αμερόληπτο τρόπο.
Ο Δείκτης Εφαρμογής του Προεκλογικού Προγράμματος (ΔΕΠΠ) ακολουθεί το επιτυχημένο μοντέλο του Polimeter, το παρατηρητηρίου για την εφαρμογή των κυβερνητικών δεσμεύσεων στον Καναδά. Το Polimeter, παρακολουθεί συστηματικά και αξιόπιστα τις κυβερνήσεις του Καναδά από το 2015 μέχρι σήμερα, ενημερώνοντας τους πολίτες για την εξέλιξη των κυβερνητικών δεσμεύσεων. Το Polimeter λειτουργεί με την υποστήριξη του Κέντρου για την Ανάλυση των Δημόσιων Πολιτικών (Center for Public Policy Analysis) του Πανεπιστημίου Laval στο Κεμπέκ.
Ο Δείκτης Εφαρμογής του Προεκλογικού Προγράμματος (ΔΕΠΠ) έχει σχεδιαστεί μεθοδολογικά στα πρότυπα του Polimeter και του Comparative Party Pledge Project (CPPP), ενός διεθνούς ερευνητικού δικτύου που μελετά συγκριτικά την υλοποίηση προεκλογικών δεσμεύσεων, με σκοπό την αξιολόγησή τους στο τέλος της κυβερνητικής θητείας. Η μεθοδολογία μας βασίζεται στις σχετικές δημοσιεύσεις σε κορυφαία διεθνή επιστημονικά περιοδικά όπως τα: American Journal of Political Science (AJPS), British Journal of Political Science (BJPolS), Political Studies, West European Politics (WEP), και Government and Opposition.
Η ερευνητική ομάδα ευχαριστεί θερμά τον Dr. Alexandre Fortier-Chouinard, μεταδιδακτορικό ερευνητή στο Πανεπιστήμιο του Laval και Υπεύθυνο ανάλυσης δεδομένων του Polimeter στο Center for Public Policy Analysis (CAPP) του Πανεπιστημίου Laval.
Τι είναι μια προεκλογική δέσμευση ή υπόσχεση;
Μια προεκλογική δέσμευση είναι η δέσμευση ενός πολιτικού κόμματος να επιτύχει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα ή να υιοθετήσει, να διατηρήσει ή να αποσύρει μια πολιτική, έναν νόμο, μία μεταρρύθμιση, ένα έργο ή ένα πρόγραμμα, στην περίπτωση που εκλεγεί. Η δέσμευση αυτή πρέπει να έχει παρουσιαστεί από το κυβερνών κόμμα στο πλαίσιο των εθνικών εκλογών.
Από ποιες πηγές εξάγονται οι υποσχέσεις;
Οι υποσχέσεις εξάγονται από το προεκλογικό πρόγραμμα του πολιτικού κόμματος που κέρδισε τις εκλογές. Όταν το εκάστοτε κόμμα παρουσιάζει ένα επίσημο προεκλογικό πρόγραμμα, συλλέγουμε τις δεσμεύσεις που περιέχονται στο πρόγραμμα και ανατρέχουμε σε σχετικά σχέδια, εκθέσεις και εθνικές στρατηγικές, καθώς αυτά συχνά περιέχουν διευκρινίσεις ως προς τις υποσχέσεις και τις πολιτικές ενέργειες που απαιτούνται για την εκπλήρωσή τους.
Γιατί δεν περιλαμβάνονται και οι υποσχέσεις που δίνονται από πολιτικούς αρχηγούς εκτός του επίσημου προγράμματος;
Οι υποσχέσεις που δίνονται από τους αρχηγούς κομμάτων εκτός των εγγράφων που συνιστούν το επίσημο προεκλογικό πρόγραμμα δεν περιλαμβάνονται στον ΔΕΠΠ. Ακολουθώντας την αυστηρή μεθοδολογία της διεθνούς βιβλιογραφίας σε ό,τι αφορά την εξαγωγή των υποσχέσεων μόνο από γραπτά έγγραφα (όπως το προεκλογικό πρόγραμμα και σχετικά διευκρινιστικά έγγραφα) διασφαλίζουμε την πληρότητα του ΔΕΠΠ και την ακρίβεια των διατυπώσεων των υποσχέσεων αυτών, αποφεύγοντας παράλληλα τις διπλές καταγραφές. Σε ορισμένες πρωτοβουλίες, όπως αυτή του Polimeter, περιλαμβάνονται ακόμη Δελτία Τύπου για την καταγραφή των δεσμεύσεων. Σε πρώτη φάση, η συλλογή τέτοιων πληροφοριών δεν είναι δυνατή στο πλαίσιο του ΔΕΠΠ, για αυτό και το εγχείρημα της καταγραφής των δεσμεύσεων αφορά αποκλειστικά τα προεκλογικά προγράμματα.
Πώς καθορίζουμε τι αποτελεί δέσμευση;
Κατ’ αρχάς, κάθε δέσμευση πρέπει να συνεπάγεται μια συγκεκριμένη κυβερνητική δράση ή ένα αποτέλεσμα, ώστε να αποφεύγεται η διπλή καταγραφή. Για την εξαγωγή των υποσχέσεων βάσει των απαιτούμενων κυβερνητικών δράσεων και για τον προσδιορισμό του βαθμού της δέσμευσης του κόμματος έναντι αυτών των υποσχέσεων, οι κωδικοποιητές μας εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο έχει συνταχθεί η εκάστοτε δέσμευση: όσο περισσότερα στοιχεία περιγράφουν στο αρχικό κείμενο την δέσμευση (υποκείμενο, ρήμα ισχυρής δέσμευσης, χρονικά/οικονομικά/ποσοτικά χαρακτηριστικά), τόσο ευκολότερο είναι για τους κωδικοποιητές να παρακολουθήσουν την εξέλιξή της μέσω των ΜΜΕ και των κυβερνητικών πηγών.
Ακόμη, στο πλαίσιο του αντικειμενικού ελέγχου της εφαρμογής τους, όλες οι δεσμεύσεις αξιολογούνται σχετικά με την ελεγξιμότητά τους. Το αποκαλούμενο testability criterion είναι ο πιο διαδεδομένος τρόπος ελεγξιμότητας των δεσμεύσεων ώστε να μειωθεί η υποκειμενική ερμηνεία της εφαρμογής τους. Μία δέσμευση αξιολογείται ως προς το αν είναι ελέγξιμη, δηλαδή αν υπάρχει ένας αντικειμενικός τρόπος να εκτιμηθεί αν έχει εφαρμοσθεί ή όχι.
Πώς ταξινομούμε τις υποσχέσεις που εξάγουμε;
Αφού εξαγάγουμε τις υποσχέσεις, τις ταξινομούμε βάσει του κύριου θεματικού τους τομέα, λαμβάνοντας υπόψη το κείμενο του προεκλογικού προγράμματος:
Αθλητισμός
Άμυνα & Εξωτερική Πολιτική
Βιωσιμότητα
Θεσμοί & Οργάνωση του κράτους
Κράτος Δικαίου
Οικονομία
Παιδεία
Πολιτισμός
Υγεία
Υποδομές
Η ταξινόμηση μας ακολουθεί τα COFOG, δηλαδή την επίσημη Ταξινόμηση Λειτουργιών της Κυβέρνησης της Eurostat, η οποία έχει θεσμοθετηθεί και με τον ν. 5013/2023, με την εξής μία προσαρμογή: Καθώς η ταξινόμηση αφορά κυρίως δαπάνες και δεν διαθέτει ξεχωριστό τομέα για το Κράτος Δικαίου, έχει προστεθεί ως διακριτός ο τομέας του Κράτους Δικαίου και η οικονομική κοινωνική πολιτική έχει μετακινηθεί στην Οικονομία.
Πώς μπορείτε να παρακολουθήσετε την πορεία κάθε δέσμευσης στον ΔΕΠΠ;
Αφού εισαγάγουμε τις υποσχέσεις, τους αποδίδουμε έναν χαρακτηρισμό βάσει της κατάστασής τους. Όπου υπάρχουν διαθέσιμα τεκμήρια, μπορείτε να τα βρείτε στις σχετικές πηγές που αναφέρονται σε κάθε δέσμευση. Η ταξινόμηση της υλοποίησης των δεσμεύσεων και οι κανόνες για την κατάταξη της εκάστοτε δέσμευσης στα διάφορα επίπεδα υλοποίησης βασίζονται στα προσαρμοσμένα τα κριτήρια του CPPP από το Polimeter, ώστε να μπορούμε να παρακολουθούμε την υλοποίηση των υποσχέσεων σε πραγματικό χρόνο κατά τη διάρκεια της εκάστοτε θητείας. Οι πιθανοί χαρακτηρισμοί των προεκλογικών υποσχέσεων κατά την περίοδο της εκάστοτε κυβερνητικής θητείας είναι οι εξής:
Χαρακτηρισμός
Είδη αποδεκτών τεκμηρίων
Πλήρως εφαρμοσμένη δέσμευση
Ψηφισμένος νόμος, ρυθμίσεις, πολιτικές, στρατηγικές, δελτία τύπου, στατιστικά δεδομένα ή άλλου είδους τεκμηρίωση που – Καταδεικνύει μια άμεση σύνδεση μεταξύ της δέσμευσης και κυβερνητικής δράσης (ή απουσίας δράσης στην περίπτωση όπου το κόμμα έχει υποσχεθεί να διατηρήσει την υφιστάμενη κατάσταση). – Καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση, πέραν κάθε αμφιβολίας, έχει αναλάβει ουσιώδη (και όχι ελάχιστη ή συμβολική) δράση για να εκπληρώσει την δέσμευση όπως αυτή διατυπώθηκε από το κυβερνών κόμμα – Καταδεικνύει ότι το υποσχεθέν αποτέλεσμα έχει επιτευχθεί.
Μερικώς εφαρμοσμένη δέσμευση
Ψηφισμένος νόμος, ρυθμίσεις, πολιτικές, στρατηγικές, δελτία τύπου, στατιστικά δεδομένα ή άλλου είδους τεκμηρίωση που καταδεικνύουν μια εύλογη προσπάθεια εκπλήρωσης της δέσμευσης. Ωστόσο κάτι από τα παρακάτω έχει συμβεί: – Ο στόχος δεν επετεύχθη πλήρως. – Το χρονοδιάγραμμα δεν τηρήθηκε πλήρως. – Η κυβερνητική δράση ήταν παρόμοια, αλλά όχι ταυτόσημη με αυτή που δηλώθηκε στο πλαίσιο της δέσμευσης και κινείται στην ίδια κατεύθυνση με αυτή που ανακοινώθηκε στο προεκλογικό πρόγραμμα. – Κάποιες πτυχές της δέσμευσης υλοποιήθηκαν, αλλά όχι όλες. – Η κυβέρνηση προχώρησε στη δράση που υποσχέθηκε, αλλά ανέλαβε και δράση που αντιβαίνει στην δέσμευση. Παράδειγμα: Η δράση που συνεπάγεται η δέσμευση είναι η αυστηροποίηση των ρυθμίσεων κατά του καπνίσματος για να μειωθεί η κατανάλωση προϊόντων καπνού. Αυτό έγινε, αλλά ταυτόχρονα μειώθηκαν οι φόροι στα προϊόντα καπνού. Οι δράσεις είναι συνεπώς αντιβαίνουσες. – Η κυβέρνηση ανέλαβε την υποσχεθείσα δράση, ωστόσο υπάρχει μια προσωρινή δικαστική απαγόρευση (αναστολή).
Δέσμευση σε εξέλιξη
Η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ενέργειες. Για παράδειγμα, υπάρχουν νομοσχέδια υπό κοινοβουλευτική επεξεργασία, δημόσιες διαβουλεύσεις επί του θέματος ή άλλες ενέργειες προς την κατεύθυνση της υλοποίησης της δέσμευσης (προκηρύξεις, διαγωνισμοί, συμβασιοποίηση κλπ.)· ωστόσο, είναι ακόμη νωρίς για να διαπιστωθεί αν θα επιτευχθούν τα αναμενόμενα αποτελέσματα ή αν θα ικανοποιηθούν όλες οι προϋποθέσεις για την πλήρη εφαρμογής της.
Δέσμευση χωρίς αξιολόγηση ακόμη
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες
Μη εκπληρωμένη δέσμευση
Στοιχεία ή έγγραφα που δείχνουν απουσία σχετικής πρόβλεψης ή αποτελέσματα αντίθετα προς τις υποσχέσεις που δόθηκαν σχετικά με στόχους ή δράσεις. Στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η δέσμευση εγκαταλείφθηκε, δεν υπήρξε σημαντική δράση για την εφαρμογή της ή ότι υιοθετήθηκαν μέτρα (ή σημειωθήκαν στόχοι) αντίθετα προς αυτήν.
Οι πιθανοί χαρακτηρισμοί για το τέλος της κυβερνητικής θητείας ακολουθούν κανόνες του CPPP που είναι οι εξής:
Κατά την ολοκλήρωση της θητείας, εφαρμόζονται οι κανόνες του CPPP:
Χαρακτηρισμός
Είδη αποδεκτών τεκμηρίων
Πλήρως εφαρμοσμένη δέσμευση
Τα διαθέσιμα στοιχεία υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση, πέραν αμφιβολίας, έλαβε ουσιώδη (και όχι ελάχιστη ή συμβολική) δράση για την εκπλήρωση της δέσμευσης όπως αυτή είχε ανακοινωθεί από το κυβερνών κόμμα. – Για υποσχέσεις που αφορούν αποτέλεσμα, η κυβέρνηση πέτυχε τον δηλωμένο στόχο εντός των χρονικών ορίων που προσδιορίζονται από τη διατύπωση της δέσμευσης. – Για υποσχέσεις που αφορούν δράση, η κυβέρνηση υλοποίησε την πολιτική ή την επένδυση σύμφωνα με τις προδιαγραφές που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της δέσμευσης μέσω ουσιωδών δράσεων (ή συνειδητής αδράνειας, στην περίπτωση δέσμευσης για διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης).
Μερικώς εφαρμοσμένη δέσμευση
Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν μια εύλογη προσπάθεια για την εκπλήρωση της δέσμευσης. Ωστόσο κάτι από τα παρακάτω συνέβη: – Ο στόχος δεν επετεύχθη πλήρως. – Το χρονοδιάγραμμα δεν τηρήθηκε πλήρως. – Η κυβερνητική δράση ήταν παρόμοια, αλλά όχι ταυτόσημη με αυτή που δηλώθηκε στο πλαίσιο της δέσμευσης και κινήθηκε στην ίδια κατεύθυνση με αυτή που ανακοινώθηκε στο προεκλογικό πρόγραμμα. – Κάποιες πτυχές της δέσμευσης υλοποιήθηκαν, αλλά όχι όλες. – Η κυβέρνηση προχώρησε στη δράση που υποσχέθηκε, αλλά ανέλαβε και δράση που αντιβαίνει στην δέσμευση. Παράδειγμα: Η δράση που συνεπαγόταν η δέσμευση ήταν η αυστηροποίηση των ρυθμίσεων κατά του καπνίσματος για να μειωθεί η κατανάλωση προϊόντων καπνού. Αυτό έγινε, αλλά ταυτόχρονα μειώθηκαν οι φόροι στα προϊόντα καπνού. Οι δράσεις είναι συνεπώς αντιβαίνουσες. – Η κυβέρνηση ανέλαβε την υποσχεθείσα δράση, ωστόσο η εφαρμογή της ήταν ατελής ή υπάρχει μια προσωρινή δικαστική απαγόρευση (αναστολή).
Μη εφαρμοσμένη δέσμευση
Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι: – Η δέσμευση εγκαταλείφθηκε.Αναλήφθηκε δράση αντίθετη προς την δέσμευση (χωρίς να αναληφθεί αντίστοιχη δράση προς την κατεύθυνση της δέσμευσης).Δεν αναλήφθηκε καμία δράση για την υλοποίηση της δέσμευσης.Υπήρξε μια αποτυχημένη προσπάθεια υλοποίησης της δέσμευσης, ανεξαρτήτως του λόγου της αποτυχίας.
Πώς καθορίζεται η κατάσταση μιας δέσμευσης;
Όλες οι υποσχέσεις ξεκινούν «χωρίς ακόμη αξιολόγηση» καθώς αναμένεται σχετική κυβερνητική δράση. Για να αλλάξει η κατάστασή τους, χρειάζεται να καταστούν διαθέσιμα τεκμήρια κυβερνητικής δράσης (π.χ. να κατατεθεί νομοσχέδιο ή να ξεκινήσει διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης).
Οι κωδικοποιητές του ΔΕΠΠ αναζητούν αυτές τις πληροφορίες στις ιστοσελίδες του Κοινοβουλίου, των Υπουργείων, του Open.gov, ΕΛΣΤΑΤ, σε ιστοσελίδες διεθνών οργανισμών ή διεθνών βάσεων δεδομένων (πχ. Eurostat, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ, AMECO) και κάθε σχετικής με την δέσμευση ιστοσελίδας, και διατηρούν αρχείο κάθε χαρακτηρισμού.
Ακόμη, πληροφορίες μπορεί να συλλεχθούν από στοιχεία που προσκομίζουν διάφοροι φορείς όπως η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, ανεξάρτητες αρχές, πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, φορείς της κοινωνίας των πολιτών, πολίτες κλπ. Στις περιπτώσεις αυτές, οι φορείς προσκομίζουν μόνο τις σχετικές πληροφορίες και η αξιολόγηση της κατάστασης της δέσμευσης γίνεται από την ερευνητική ομάδα σύμφωνα πάντα με τους κανόνες της διεθνούς κωδικοποίησης που ακολουθούνται.
Κάθε πότε ενημερώνεται ο ΔΕΠΠ;
Η ερευνητική ομάδα του ΔΕΠΠ ενημερώνει την πρόοδο των δεσμεύσεων ανά τετράμηνο. Οι τεκμηριωμένες εξελίξεις καθιστούν αναγκαία την αναπροσαρμογή του χαρακτηρισμού κάποιων υποσχέσεων κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας. Η ερευνητική ομάδα διασφαλίζει ότι οι εξελίξεις αυτές παρακολουθούνται ενεργά.
Η ερευνητική ομάδα διεξάγει μια συστηματική αναθεώρηση όλων των υποσχέσεων και των χαρακτηρισμών τους τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο:
Τον Ιανουάριο κάθε έτους με το κλείσιμο της νομοθέτησης και των δεικτών του προηγούμενου χρόνου.
Τον Μάιο κάθε έτους
Την Σεπτέμβριο κάθε έτους
Εκτάκτως, σε διάλυση της Βουλής για εκλογές.
Το βασικό αντικείμενο του Δείκτη
O Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος (ΔΕΚΠ) παρακολουθεί τον βαθμό εφαρμογής του προεκλογικού προγράμματος της κυβέρνησης, επιχειρώντας να μετρήσει σε ποιο βαθμό η κυβέρνηση εφαρμόζει τις πολιτικές για τις οποίες έλαβε δημοκρατική εντολή στην εκλογική διαδικασία.
Πώς υπολογίζεται ο Δείκτης
O Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος (ΔΕΚΠ) υπολογίζεται από το άθροισμα των δεσμεύσεων που έχουν εφαρμοστεί μερικώς και πλήρως προς το σύνολο των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί και εκφράζεται ως ποσοστό.
Τα δεδομένα του Δείκτη
Κωδικοποίηση δεσμεύσεων
Σε πρώτο στάδιο οι δεσμεύσεις που εμπεριέχονται στο πολιτικό / προεκλογικό πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματοςσυγκεντρώνονται και κωδικοποιούνται βάσει του τομέα πολιτικής (και των αντίστοιχων υποκατηγοριών) που ανήκουν.
Δεσμεύσεις αποτελούν φράσεις του προγράμματος οι οποίες αναφέρουν πως, εφόσον το κόμμα εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, η νέα κυβέρνηση θα αναλάβει συγκεκριμένη δράση / ρύθμιση. Για παράδειγμα η φράση: «Μείωση του φόρου νομικών προσώπων στο 20% εντός τετραετίας» αποτελεί μία δέσμευση του κόμματος.
Δεσμεύσεις δεν αποτελούν φράσεις με γενικές αρχές ή προθέσεις. Για παράδειγμα η φράση: «Δικαιότερη φορολογική μεταχείριση της μεσαίας τάξης» δεν αποτελεί δέσμευση καθώς δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένες δράσεις.
Αξιολόγηση ελεγξιμότητας
Στην συνέχεια, όλες οι δεσμεύσεις αξιολογούνται σχετικά με την ελεγξιμότητα τους. Το αποκαλούμενο testabilitycriterion είναι ο πιο διαδεδομένος τρόπος ελεγξιμότητας των δεσμεύσεων ώστε να μειωθεί η υποκειμενική ερμηνεία της εφαρμογής τους. Μία δέσμευση αξιολογείται ως προς το αν είναι ελέγξιμη (testability criterion), δηλαδή αν υπάρχει ένας αντικειμενικός τρόπος να εκτιμηθεί αν έχει πραγματοποιηθεί ή όχι.
Ελέγξιμη δέσμευση: “Εlection promises as commitments about the future that are found in election manifestos and that satisfy the condition that ‘an objective estimation can be made as to whether or not the action was indeed taken or the outcome produced’”
Μη ελέγξιμη δέσμευση: “Deliberately opaque in their communication. ambiguity and vagueness”.
Παράδειγμα ελέγξιμης δέσμευσης αποτελεί η φράση: «Εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές» καθώς σε αυτή την περίπτωση είτε τα εισοδήματα από διαφορετικές πηγές φορολογούνται ενιαία με ίδιο συντελεστή, είτε δεν φορολογούνται ενιαία- συνεπώς δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγηση κάποιο στοιχείο υποκειμενικότητας.
Παράδειγμα μη ελέγξιμης δέσμευσης αποτελεί η φράση: «Μία σειρά από άμεσες ειδικότερες παρεμβάσεις με στόχο τη δικαιότερη, παραγωγικότερη και αναπτυξιακά φιλικότερη κατανομή των φορολογικών βαρών σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις». Η φράση αυτή αναφέρεται σε αρχές του φορολογικού συστήματος και εμπεριέχει αφηρημένες έννοιες, όπως η λέξη «δικαιότερη», η οποία ούτε προσδιορίζεται, ούτε μπορεί να ελεγχθεί. Το τι είναι δίκαιο είναι ανοιχτό σε ερμηνεία.
Ακόμη, είναι χρήσιμο να σημειωθεί πως επειδή πολλές φορές ορισμένες προτάσεις πολιτικής μπορεί να επαναλαμβάνονται σε άλλους τομείς με παρόμοιο τρόπο, εφαρμόζουμε τα κάτωθι κριτήρια:
Οι προτάσεις πολιτικής κωδικοποιούνται μία φορά στο βασικό πεδίο πολιτικής.
Οι προτάσεις πολιτικής κωδικοποιούνται βάσει της πιο σαφούς διατύπωσης που εμφανίζεται.
Τέλος, ορισμένες προτάσεις πολιτικής αναφέρονται σε στόχους, άρα σε μετρήσιμα δεδομένα για τα οποία ελέγχεται αν έχουν επιτευχθεί ή όχι. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο στόχος για «αύξηση των ελληνικών εξαγωγών στο 50,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος μέχρι το 2030». Η δέσμευση αυτή βάσει διεθνών και επίσημων εθνικών στοιχείων είναι εφικτό να ελεγχθεί.
Εν συντομία: Για να απαντηθεί το αν μια δέσμευση είναι ελέγξιμη, αξιολογείται αν το περιεχόμενο της είναι διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εφικτό να κριθεί αντικειμενικά το αν έχει εφαρμοσθεί ή όχι. Πρέπει συνεπώς να είναι σαφής και να μην περιέχει αόριστες αναφορές όπως «αναδιοργανώνουμε», «προωθούμε», «επέκταση», «αναβάθμιση» «επιτάχυνση», «εξορθολογισμός», «ενισχύουμε» κ.α. ή γενικές τάσεις όπως «αύξηση» ή «μείωση» (πχ. μισθών) χωρίς συγκεκριμένη στοχοθεσία (σε απόλυτες τιμές, ποσοστιαία κλπ.).
Αξιολόγηση της εφαρμογής των δεσμεύσεων
Κάθε δέσμευση που πληροί το κριτήριο της ελεγξιμότητας αξιολογείται ως προς το αν έχει εφαρμοστεί. Η δέσμευση θα πρέπει να έχει νομοθετηθεί και να ισχύει (δηλαδή να έχει εκδοθεί και η τυχόν σχετική δευτερεύουσα νομοθεσία όπως Υπουργικές Αποφάσεις) και δεν αρκεί να έχει ανακοινωθεί ή προγραμματιστεί. Υπάρχουν 3 κωδικοποιήσεις ως προς την εκπλήρωση της δέσμευσης:
Εφαρμοσμένη : «A promise is fulfilled if there is an action or outcome that corresponds to the action or outcome expected from the promise».
Μερικώς Εφαρμοσμένη: «Partially fulfilled election promises are those where the party made obvious efforts or achieved obvious outcomes, but where it did not fully succeed…partial fulfilment is applied:
Late fulfilment within the election period: promises that are decided upon after a specified date, but still within the election period, are defined as partially fulfilled. The promise of the Alliance for Sweden to introduce a cost ceiling for dental care costs by 1 July 2007 is coded as partially fulfilled, since the proposition was accepted by the Riksdag on 2 April 2008 – one year after the target date, but still within the election term.
Obvious changes along the lines of promise that do not ‘go all the way’: in some outcome promises, a party mentions specific numbers, levels or amounts that should be reached. The approach here is that all these promises should be judged individually and coded according to reasonable, transparent arguments. It is worth noting that such promises are relatively rare: 16 out of the 445 promises investigated in this study are defined as outcome promises and of these only two demanded further discussion.
Fulfilment that is similar to what was promised, but not precisely the same: election promises may be carried out almost as promised but not exactly. For example, the government sometimes comes up with slightly different technical solutions for social benefits than those described in their manifesto. If the general idea of the promise is respected, even though policy does not exactly follow the design laid out in the promises, the promise is coded as partially fulfilled.
Μηεφαρμοσμένη : «A promise to act is unfulfilled if no significant action has taken place. The notion of ‘significant action’ is used to illustrate that symbolic or minor action is not considered enough for fulfilment. Symbolic or minor action can consist of government investigations (‘utredningar’), and statements of intent by the government (sometimes called ‘skrivelser’). ‘Minor action’ can also be pilot projects that are not followed up by permanent policies.».
Συνοπτικά, η κωδικοποίηση ως προς την εφαρμογή έχει ως εξής:
o Εφαρμοσμένη: Όταν η δέσμευση έχει υλοποιηθεί, δηλαδή έχει νομοθετηθεί και εφαρμόζεται ή έχει παραδοθεί ένα δημόσιο έργο προς λειτουργία και χρήση από το κοινό ή ένας οργανισμός έχει θεσμοθετηθεί και λειτουργεί.
o Μερικώς εφαρμοσμένη
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τον χρόνο: Πχ η δέσμευση να λέει «κατάργηση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% στον πρώτο χρόνο» και να καταργηθεί με καθυστέρηση. .
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τα επιμέρους σημεία: Πχ η δέσμευση να αναφέρει «μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% στον πρώτο χρόνο και μεταφορά της είσπραξης στους δήμους» και να γίνει η μείωση αλλά όχι η μεταφορά.
o Μπορεί να διαφέρει ως προς τον τρόπο ή τα μέσα: Πχ η δέσμευση να λέει «ενοποίηση όλων των επιδομάτων σε μία ψηφιακή κάρτα» και να γίνει η ενοποίηση αλλά μόνο του ΟΠΕΚΑ.
o Μη εφαρμοσμένη: Όταν δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία ενέργεια για την εφαρμογή της δέσμευσης, ή αυτή βρίσκεται υπό υλοποίηση, ή έχει ανακοινωθεί και προγραμματιστεί αλλά δεν εφαρμόζεται, ή δεν έχει παραδοθεί στο κοινό προς χρήση.
Ο έλεγχος αξιοπιστίας της κωδικοποίησης
Κάθε προσπάθεια κωδικοποίησης κειμένου σε κατηγορίες (όπως ελέγξιμες/μη ελέγξιμες και εφαρμοσμένες/μη εφαρμοσμένες δεσμεύσεις) που βασίζεται σε συγκεκριμένους κανόνες κωδικοποίησης ενέχει ορισμένους μεθοδολογικούς περιορισμούς. Η απόφαση για το αν μια δέσμευση ανήκει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία ή σε κάποια άλλη (ή ενδεχομένως σε μια τρίτη) εξαρτάται, εν μέρει, από την ερμηνευτική κρίση του εκάστοτε κωδικοποιητή. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακρίβεια και η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της κωδικοποίησης, είναι απαραίτητη η διεξαγωγή ανάλυσης αξιοπιστίας μεταξύ των κωδικοποιητών (inter-coder reliability).
Η ανάλυση αξιοπιστίας μεταξύ των κωδικοποιητών εξετάζει τον βαθμό συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων κωδικοποιητών, οι οποίοι εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες κωδικοποίησης στο ίδιο σύνολο δεδομένων. Αυτή η διαδικασία είναι κρίσιμη, καθώς διασφαλίζει ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης δεν επηρεάζονται από την υποκειμενικότητα ή τις προσωπικές ερμηνείες των μεμονωμένων κωδικοποιητών, αλλά αποτυπώνουν μια σταθερή και αντικειμενική μέτρηση. Ο δείκτης αξιοπιστίας, όπως ο συντελεστής Cohen’s Kappa, χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της συμφωνίας μεταξύ των κωδικοποιητών, με υψηλότερες τιμές να υποδηλώνουν μεγαλύτερη ομοφωνία και, συνεπώς, μεγαλύτερη αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της κωδικοποίησης.
Για την κωδικοποίηση των δεσμεύσεων αυτών, αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της ελέγξιμότητας και της εφαρμογής των δεσμεύσεων από τους/τις ανεξάρτητους/ες ερευνητές/τριες, ελέγχεται η σχετική αξιοπιστία (reliability) της αξιολόγησης.
Ο συνεχής έλεγχος και οι προτάσεις από εξωτερικούς φορείς
Από τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων και έπειτα, η ερευνητική ομάδα ενεργεί με τον ίδιο τρόπο για τον έλεγχο κάθε πρότασης πολιτικής και στη συνέχεια επικαιροποιεί την κατάσταση αξιολόγησης κάθε πρότασης πολιτικής αναλόγως.
Η ερευνητική ομάδα ενθαρρύνει πολίτες, φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα, κόμματα και οργανώσεις και λοιπούς φορείς να αποστείλουν τα σχόλιά τους σχετικά με τον έλεγχο και την αξιολόγηση των προτάσεων πολιτικής. Όλα τα σχόλια θα μελετηθούν και στις περιπτώσεις που προκύψουν νέα στοιχεία ή στοιχεία που είχαν διαφύγει του ελέγχου, η αξιολόγηση θα προσαρμόζεται αναλόγως. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως το έργο είναι εν εξελίξει και η ερευνητική ομάδα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να ελέγχει συνεχώς τον τεράστιο όγκο της νομοθετικής ύλης και να συγκεντρώνει νέα στοιχεία ελέγχου για κάθε πρόταση.
Συνοδευτικές εκθέσεις: ανάλυση συνεπειών ρύθμισης, ειδική έκθεση, αιτιολογική έκθεση, έκθεση διαβούλευσης. Επίσημες ιστοσελίδες / αρχεία του κράτους: πληροφορίες στα υπουργεία, εκθέσεις, δεδομένα, ανακοινώσεις Υπουργείων και φορέων της κυβέρνησης, εθνικές στρατηγικές.
Ανακοινώσεις φορέων του κράτους: ΟΤΑ, Ανεξάρτητες αρχές, ΕΛΣΤΑΤ.
Επικουρικές πηγές ελέγχου:
Άρθρα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
Εκθέσεις και δεδομένα εγχώριων και διεθνών οργανισμών: ΟΟΣΑ, Eurostat, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Βασική σχετική βιβλιογραφία
Ο Δείκτης Εφαρμογής του Κυβερνητικού Προγράμματος αποτελεί μέρος έρευνας διδακτορικής διατριβής που εκπονείται στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας από τον υποψήφιο διδάκτορα Κωνσταντίνο Σαραβάκο, υπό την επίβλεψη του αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Συμπεριφοράς και Μεθοδολογίας Πολιτικής Έρευνας Γιάννη Κωνσταντινίδη.
Τα βασικά μεθοδολογικά εργαλεία της ανάλυσης προέρχονται από μελέτες που αφορούν την μέτρηση της εφαρμογής των πολιτικών δεσμεύσεων από τα κόμματα στις σύγχρονες δημοκρατίες. Η βασική μεθοδολογική προσέγγιση είναι η «pledge enactment method»
Για περισσότερα, βλέπε ενδεικτικά:
Naurin, Elin. (2011). Election Promises, Party Behaviour and Voter Perceptions. New York: Palgrave Macmillan.
Naurin, E. (2014). ‘Is a Promise a Promise? Election Pledge Fulfilment in Comparative Perspective Using Sweden as an Example’, West European Politics, 37:5, 1046-64.
Pétry, F., and Collette, B. (2009). ‘Measuring How Political Parties Keep Their Promises: A Positive Perspective from Political Science’, in L. M. Imbeau (eds.), Do They Walk Like They Talk? Speech and Action in Policy Processes. New York: Springer Dordrecht Heidelberg London New York, 65-80.
Thomson, R., Royed, T. J., Naurin, E., Artés, J., Costello, R., Ennser-Jedenastik, L., & Praprotnik, K. (2017). The fulfillment of parties’ election pledges: A comparative study on the impact of power sharing. American Journal of Political Science, 61(3), 527–542. https://doi.org/10.1111/ajps.12292